Η χειρουργική επέμβαση για την γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, καθώς και η λήψη φαρμάκων για την πάθηση, φαίνεται να μειώνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης αδενοκαρκινώματος, όπως έχει καταδείξει μια νέα μελέτη του Karolinska Institutet της Σουηδίας. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, που πραγματοποιούνταν για σχεδόν 50 χρόνια και συμπεριέλαβε περίπου 1 εκατομμύριο άτομα με παλινδρόμηση, και οι δύο τύποι θεραπείας μειώνουν τον κίνδυνο.
«Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση είναι μια πολύ συχνή πάθηση, καθώς αφορά περίπου το 20% του ενήλικου πληθυσμού. Κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου στον οισοφάγο διατρέχουν μόνο όσοι υποφέρουν από επίμονη παλινδρόμηση, δηλαδή όταν τα επεισόδια αναγωγών των οξέων του στομάχου προς το στόμα είναι δύο ή περισσότερα την εβδομάδα, επί χρόνια», μας εξηγεί ο γενικός χειρουργός Δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος – Διευθυντής της χειρουργικής κλινικής του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών – Ιατρικού Περιστερίου και Πρόεδρος της Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής (www.axiarchos.gr).
Αιτία είναι η αλλαγή που προκαλεί το περιεχόμενο του στομάχου στην εσωτερική επένδυση του οισοφάγου. Η πάθηση αυτή ονομάζεται οισοφάγος Barrett. Με τη σειρά του ο οισοφάγος Barrett συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του οισοφάγου. Όμως, «μόνο ένα μικρό ποσοστό ατόμων με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση θα αναπτύξει οισοφάγο του Barrett και ένα ακόμη μικρότερο καρκίνο στον οισοφάγο. Παρ’ όλα αυτά είναι σημαντικό να πραγματοποιούνται τακτικοί έλεγχοι για δυσπλασία», προειδοποιεί.
Τα γαστρικά οξέα, με κυριότερο το υδροχλωρικό οξύ, εκκρίνονται από το στομάχι και βοηθούν στη διάσπαση των τροφών, προκειμένου να ολοκληρωθεί κατόπιν η πέψη. Η έλλειψή τους έχει διάφορες επιπτώσεις στον οργανισμό, όπως ανεπάρκεια βιταμινών και οστεοπόρωση. Είναι ωστόσο απαραίτητο να παραμένουν στο στομάχι και να ακολουθούν τη φυσιολογική πορεία τους προς το λεπτό έντερο, γιατί το όργανο αυτό προστατεύεται από τη διαβρωτική ιδιότητά τους, ενώ ο οισοφάγος όχι, καθώς τα κύτταρα στον βλεννογόνο του οισοφάγου καταστρέφονται εύκολα παρουσία των οξέων του στομάχου.
Γιατί όμως τα γαστρικά υγρά παλινδρομούν; «Φυσιολογικά, αφού ο άνθρωπος καταπιεί την τροφή του ο μυϊκός σφιγκτήρας που βρίσκεται μεταξύ οισοφάγου και στομάχου κλείνει, εμποδίζοντας την παλινδρόμηση του περιεχομένου του στομάχου. Η πάθηση προκύπτει από τη δυσλειτουργία του σφιγκτήρα, ο ρόλος του οποίου είναι το πέρασμα της τροφής από τον οισοφάγο στο στομάχι και η αποτροπή της αναγωγής της τροφής από το στομάχι προς στον οισοφάγο», εξηγεί περαιτέρω ο Δρ. Ξιάρχος.
Οι ασθενείς με γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση βιώνουν μια αίσθηση καψίματος στο στήθος (καούρα), συνήθως μετά από το φαγητό, το οποίο μπορεί να χειροτερεύει τη νύχτα. Επίσης, χαρακτηριστικά συμπτώματα της πάθησης είναι ο πόνος στο στήθος, η δυσκαταποσία, η αίσθηση ξένου σώματος στο λαιμό, καθώς και ο χρόνιος βήχας, η λαρυγγίτιδα και οι διαταραχές ύπνου όταν η παλινδρόμηση συμβαίνει τις νυχτερινές ώρες.
Η παλινδρόμηση τις περισσότερες φορές θεραπεύεται με αντιόξινα φάρμακα, τα οποία εξουδετερώνουν το υδροχλωρικό οξύ μεταβάλλοντας το περιεχόμενο του στομάχου σε λιγότερο όξινο. Όμως, οι διάφορες φαρμακευτικές αγωγές ενέχουν κινδύνους. Για παράδειγμα, η μακροχρόνια χρήση αναστολέων της αντλίας πρωτονίων, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο λοιμώξεων.
Η χειρουργική επέμβαση εμποδίζει τη ροή των γαστρικών οξέων προς τον οισοφάγο και φαίνεται, από τη μελέτη, ότι μειώνει τον κίνδυνο ανάπτυξης αδενοκαρκινώματος, μιας επιθετικής και θανατηφόρου μορφής καρκίνου.
«Κατά τη χειρουργική αντιμετώπιση της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης ανατάσσεται και διορθώνεται η διαφραγματοκήλη όταν υπάρχει, συγκλείνονται με ράμματα τα σκέλη του διαφράγματος και ενδυναμώνεται η βαλβίδα του σφιγκτήρα, τυλίγοντας τον θόλο του στομάχου γύρω από το κατώτερο τμήμα του οισοφάγου», διευκρινίζει ο Δρ. Ξιάρχος.
Τα ευρήματα της μελέτης, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό JAMA Oncology, έδειξαν ότι εντός 15 ετών από την οποιουδήποτε τύπου παρέμβαση, υπήρξε πτώση των περιστατικών καρκίνου, με τον κίνδυνο να μειώνεται στο ίδιο επίπεδο με εκείνο του γενικού πληθυσμού.
«Παλαιότερες μελέτες δεν είχαν αποδείξει τη σχέση μεταξύ χειρουργικής επέμβασης και κινδύνου για καρκίνο του οισοφάγου. Η συγκεκριμένη μελέτη είναι πολύχρονη και μεγάλη, με περίοδο παρακολούθησης άνω των 15 ετών μετά την επέμβαση, οπότε τα αποτελέσματά της έχουν βαρύνουσα σημασία», πρόσθεσε ο Δρ. Ξιάρχος.
Ο ερευνητής του Ινστιτούτου Karolinska, John Maur-Ouda, πρώτος συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε ότι η μελέτη δείχνει ότι «η αποτελεσματική ιατρική ή χειρουργική θεραπεία της παλινδρόμησης εμποδίζει τον καρκίνο του οισοφάγου».
Σύμφωνα με τους ερευνητές η ύπαρξη παρόμοιων αποτελεσμάτων ανεξάρτητα από το είδος της θεραπευτικής επιλογής υποστηρίζει τη θεωρία ότι υπάρχει κάποια παθολογική συσχέτιση μεταξύ της έκθεσης της επένδυσης του οισοφάγου στο οξύ και της προδιάθεσης κάποιου για εμφάνιση αδενοκαρκινώματος του οισοφάγου. Ωστόσο, μόνο μια μειοψηφία ασθενών με οισοφάγο Barrett εμφανίζει καρκίνο και πολλοί ασθενείς με καρκίνο δεν έχουν αποδείξεις για παρουσία οισοφάγου Barrett.
Όπως σημειώνει ο Δρ. Ξιάρχος, ο καρκίνος του οισοφάγου δεν σχετίζεται με γενετικούς λόγους, οπότε δεν αποτελεί σημαντικό περιορισμό της έρευνας το γεγονός ότι η μελέτη πραγματοποιήθηκε μόνο σε σκανδιναβικές χώρες. Επιπλέον, επειδή ο συγκεκριμένος καρκίνος επηρεάζεται από περιβαλλοντικούς παράγοντες, τα ενθαρρυντικά ευρήματα περί πτώσης των περιστατικών καρκίνου του οισοφάγου μετά τη θεραπεία ίσως να μην ισχύει για άλλες χώρες όπως η Ελλάδα, όπου τα ποσοστά παχύσαρκων και καπνιστών είναι υψηλά.
«Είναι γεγονός ότι ο καρκίνος του οισοφάγου είναι σπάνιος, και δεν υποβάλλονται σε χειρουργική θεραπεία όλοι όσοι υποφέρουν από γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, αποκλειστικά για προληπτικούς λόγους. Όσοι ασθενείς θέλουν να μειώσουν τον κίνδυνο αυτό θα πρέπει να επικεντρωθούν στον έλεγχο των περιστατικών γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης, ο οποίος εκπληρώνεται με τον αποκλεισμό του αλκοόλ και του καπνίσματος από τη ζωή τους και με τη διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους».
Προς τον σκοπό αυτό υπάρχουν και ορισμένες απλές τακτικές, όπως τα συχνά και μικρά γεύματα, η αποφυγή κατάκλισης μέχρι την ολοκλήρωση της χώνευσης, η αποφυγή τροφών που προκαλούν παλινδρόμηση και στενών στο στομάχι ρούχων.