Ο Αμερικανικός Οργανισμός Φαρμάκου (FDA) ενέκρινε χθες την φαρμακευτική αγωγή με την ονομασία Trikafta, που αποτελεί τον πρώτο τριπλό συνδυασμό φαρμακευτικών ουσιών (elexacaftor/ivacaftor/tezacaftor) και απευθύνεται σε ασθενείς με Κυστική Ίνωση με την πιο συχνή γονιδιακή μετάλλαξη της νόσου. Το νέο φάρμακο αφορά ασθενείς ηλικίας άνω των 12 ετών, που έχουν τουλάχιστον μια μετάλλαξη F508del και αυτοί υπολογίζονται σε ποσοστό άνω του 90% του συνολικού ινοκυστικού πληθυσμού.
Στον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκου (FDA) αναζητούνται συνεχώς τρόποι για την επιτάχυνση της ανάπτυξης νέων θεραπειών για σπάνιες παθήσεις, διατηρώντας συγχρόνως υψηλές προδιαγραφές ποιότητας στην αξιολόγηση. Η χθεσινή έγκριση είναι μία σημαντική απόδειξη αυτών των προσπαθειών, καθιστώντας αυτή την καινοτόμο θεραπεία διαθέσιμη σε ακόμα περισσότερους ασθενείς με κυστική ίνωση, οι οποίοι δεν είχαν προηγουμένως κάποια άλλη παρόμοια θεραπευτική επιλογή.
Το νέο φάρμακο είναι συνδυασμός τριών ουσιών, που στοχεύουν στην καλύτερη απόδοση και λειτουργία της ελαττωματικής πρωτεΐνης CFTR, η οποία παράγεται από την μετάλλαξη του γονιδίου CFTR που προκαλεί τη νόσο. Μέχρι τώρα, οι διαθέσιμες θεραπείες, που στοχεύουν στο αίτιο της νόσου και την λειτουργικότητα της πρωτεΐνης απευθύνονταν σε ορισμένους ασθενείς με συγκεκριμένο γονότυπο, οπότε για πολλούς ασθενείς με άλλες μεταλλάξεις δεν υπήρχε διαθέσιμη θεραπεία. Το Trikafta είναι το πρώτο φάρμακο της κατηγορίας αυτών που στοχεύουν στο αίτιο της νόσου που καλύπτει περίπου το 90% του ινοκυστικού πληθυσμού. Η αποτελεσματικότητα του Trikafta σε ασθενείς ηλικίας άνω των 12 ετών ελέγχθηκε σε δύο δοκιμές.
Η πρώτη δοκιμή, διάρκειας 24 εβδομάδων, ήταν διπλή-τυφλή, τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο και απευθυνόταν σε 403 ασθενείς, που είχαν μία μετάλλαξη F508del και μια άλλη μετάλλαξη στο δεύτερο αλλήλιο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα είτε τη μη παραγωγή πρωτεΐνης CFTR είτε την παραγωγή πρωτεΐνης CFTR, η οποία όμως δεν ανταποκρινόταν στην ουσία ivacaftor ή στον συνδυασμό tezacaftor/ivacaftor.
Η δεύτερη δοκιμή είχε διάρκεια 4 εβδομάδες, ήταν διπλή-τυφλή, τυχαιοποιημένη, ενεργά ελεγχόμενη και απευθύνονταν σε 107 ασθενείς, που είχαν δύο ίδιες γονιδιακές μεταλλάξεις F508del. Και στις δυο δοκιμές, η έρευνα έδειξε αύξηση του προβλεπόμενου ποσοστού του μέγιστου εκπνεόμενου όγκου αέρα σε ένα δευτερόλεπτο, γνωστού ως ppFEV1, που είναι ενδεικτικό στοιχείο της εξέλιξης της νόσου στους ασθενείς με κυστική ίνωση.
Στην πρώτη δοκιμή, ο ppFEV1 αυξήθηκε κατά 13.8% σε σύγκριση με τους ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο. Στη δεύτερη δοκιμή, η αύξηση ήταν της τάξης του 10% σε σύγκριση με τους ασθενείς, που λάμβαναν tezacaftor/ivacaftor. Επιπρόσθετα, η θεραπεία με το Trikafta είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των δεικτών του τεστ ιδρώτα, του αριθμού των εξάρσεων της αναπνευστικής λοίμωξης καθώς και του δείκτη μάζας/σώματος σε σχέση με αυτούς που ελάμβαναν εικονικό φάρμακο.
Η ασφάλεια χορήγησης του φαρμάκου βασίζεται στα δεδομένα δύο μελετών με συνολικό αριθμό 510 ασθενών. Το προφίλ ασφαλείας του φαρμάκου ήταν γενικά παρόμοιο σε όλες τις υποομάδες ασθενών. Οι πιο σοβαρές συχνές αντιδράσεις του φαρμάκου σε ασθενείς, που έλαβαν το Trikafta σε σχέση με τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο ήταν το εξάνθημα και η γριπώδης συνδρομή. Οι πιο συχνές αντιδράσεις ήταν ο πονοκέφαλος, λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, πόνος στην κοιλιά, διάρροια, εξανθήματα, αυξημένα ηπατικά ένζυμα, ρινική συμφόρηση, αυξημένη κρεατινική κινάση ρινόρροια, ρινίτιδα, γρίπη, ρινοκολπίτιδα, και αυξημένη χολερυθρίνη.
Στις οδηγίες του φαρμάκου υπάρχουν επίσης προειδοποιήσεις σχετικά με την πιθανότητα εμφάνισης υψηλών τιμών σε εξετάσεις που αφορούν στο ήπαρ (τρανσαμινάσες και χολερυθρίνης) όπως και για τη χρήση μαζί με άλλα φάρμακα που είναι αναστολείς ή επαγωγείς ενός ενζύμου του ήπατος που ονομάζεται Cytochrome P450 3A4 (CYP3A) αλλά και τον κίνδυνο καταρράκτη. Οι ασθενείς και οι φροντιστές τους θα πρέπει να συζητήσουν σε κάθε περίπτωση με τους ιατρούς τους σχετικά με αυτούς τους κινδύνους πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Οι ασθενείς με κυστική ίνωση επίσης θα πρέπει να έρθουν σε επαφή με τους γιατρούς τους προκειμένου να καθοριστεί η μετάλλαξη του γονιδίου που έχουν. Επισημαίνεται ότι, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου σε ασθενείς κάτω των 12 ετών δεν έχει πιστοποιηθεί ακόμα.
Ο Αμερικανικός Οργανισμός φαρμάκου ενέκρινε το φάρμακο αυτό ακολουθώντας τη διαδικασία γρήγορης πιστοποίησης για φάρμακα με καινοτόμα χαρακτηριστικά χωρίς όμως να επηρεάζονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μελέτης. Το φάρμακο κατατάχθηκε επίσης στην κατηγορία των «ορφανών φαρμάκων» γεγονός το οποίο παρέχει κίνητρα για την έρευνα και ανάπτυξη φαρμάκων για σπάνιες παθήσεις. Εξαιτίας του σημαντικού οφέλους των ινοκυστικών ασθενών από τη χρήση αυτού του φαρμάκου, ο FDA διεκπεραίωσε τη διαδικασία αξιολόγησης και έγκρισης σε μόλις τρεις μήνες, πολύ νωρίτερα από τον αρχικό στόχο, ο οποίος έληγε την 19η Μαρτίου του 2020.
ν (elexacaftor/ivacaftor/tezacaftor) και απευθύνεται σε ασθενείς με Κυστική Ίνωση με την πιο συχνή γονιδιακή μετάλλαξη της νόσου. Το νέο φάρμακο αφορά ασθενείς ηλικίας άνω των 12 ετών, που έχουν τουλάχιστον μια μετάλλαξη F508del και αυτοί υπολογίζονται σε ποσοστό άνω του 90% του συνολικού ινοκυστικού πληθυσμού.
Στον Αμερικανικό Οργανισμό Φαρμάκου (FDA) αναζητούνται συνεχώς τρόποι για την επιτάχυνση της ανάπτυξης νέων θεραπειών για σπάνιες παθήσεις, διατηρώντας συγχρόνως υψηλές προδιαγραφές ποιότητας στην αξιολόγηση. Η χθεσινή έγκριση είναι μία σημαντική απόδειξη αυτών των προσπαθειών, καθιστώντας αυτή την καινοτόμο θεραπεία διαθέσιμη σε ακόμα περισσότερους ασθενείς με κυστική ίνωση, οι οποίοι δεν είχαν προηγουμένως κάποια άλλη παρόμοια θεραπευτική επιλογή.
Το νέο φάρμακο είναι συνδυασμός τριών ουσιών, που στοχεύουν στην καλύτερη απόδοση και λειτουργία της ελαττωματικής πρωτεΐνης CFTR, η οποία παράγεται από την μετάλλαξη του γονιδίου CFTR που προκαλεί τη νόσο. Μέχρι τώρα, οι διαθέσιμες θεραπείες, που στοχεύουν στο αίτιο της νόσου και την λειτουργικότητα της πρωτεΐνης απευθύνονταν σε ορισμένους ασθενείς με συγκεκριμένο γονότυπο, οπότε για πολλούς ασθενείς με άλλες μεταλλάξεις δεν υπήρχε διαθέσιμη θεραπεία. Το Trikafta είναι το πρώτο φάρμακο της κατηγορίας αυτών που στοχεύουν στο αίτιο της νόσου που καλύπτει περίπου το 90% του ινοκυστικού πληθυσμού. Η αποτελεσματικότητα του Trikafta σε ασθενείς ηλικίας άνω των 12 ετών ελέγχθηκε σε δύο δοκιμές.
Η πρώτη δοκιμή, διάρκειας 24 εβδομάδων, ήταν διπλή-τυφλή, τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο και απευθυνόταν σε 403 ασθενείς, που είχαν μία μετάλλαξη F508del και μια άλλη μετάλλαξη στο δεύτερο αλλήλιο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα είτε τη μη παραγωγή πρωτεΐνης CFTR είτε την παραγωγή πρωτεΐνης CFTR, η οποία όμως δεν ανταποκρινόταν στην ουσία ivacaftor ή στον συνδυασμό tezacaftor/ivacaftor.
Η δεύτερη δοκιμή είχε διάρκεια 4 εβδομάδες, ήταν διπλή-τυφλή, τυχαιοποιημένη, ενεργά ελεγχόμενη και απευθύνονταν σε 107 ασθενείς, που είχαν δύο ίδιες γονιδιακές μεταλλάξεις F508del. Και στις δυο δοκιμές, η έρευνα έδειξε αύξηση του προβλεπόμενου ποσοστού του μέγιστου εκπνεόμενου όγκου αέρα σε ένα δευτερόλεπτο, γνωστού ως ppFEV1, που είναι ενδεικτικό στοιχείο της εξέλιξης της νόσου στους ασθενείς με κυστική ίνωση.
Στην πρώτη δοκιμή, ο ppFEV1 αυξήθηκε κατά 13.8% σε σύγκριση με τους ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο. Στη δεύτερη δοκιμή, η αύξηση ήταν της τάξης του 10% σε σύγκριση με τους ασθενείς, που λάμβαναν tezacaftor/ivacaftor. Επιπρόσθετα, η θεραπεία με το Trikafta είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των δεικτών του τεστ ιδρώτα, του αριθμού των εξάρσεων της αναπνευστικής λοίμωξης καθώς και του δείκτη μάζας/σώματος σε σχέση με αυτούς που ελάμβαναν εικονικό φάρμακο.
Η ασφάλεια χορήγησης του φαρμάκου βασίζεται στα δεδομένα δύο μελετών με συνολικό αριθμό 510 ασθενών. Το προφίλ ασφαλείας του φαρμάκου ήταν γενικά παρόμοιο σε όλες τις υποομάδες ασθενών. Οι πιο σοβαρές συχνές αντιδράσεις του φαρμάκου σε ασθενείς, που έλαβαν το Trikafta σε σχέση με τους ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο ήταν το εξάνθημα και η γριπώδης συνδρομή. Οι πιο συχνές αντιδράσεις ήταν ο πονοκέφαλος, λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, πόνος στην κοιλιά, διάρροια, εξανθήματα, αυξημένα ηπατικά ένζυμα, ρινική συμφόρηση, αυξημένη κρεατινική κινάση ρινόρροια, ρινίτιδα, γρίπη, ρινοκολπίτιδα, και αυξημένη χολερυθρίνη.
Στις οδηγίες του φαρμάκου υπάρχουν επίσης προειδοποιήσεις σχετικά με την πιθανότητα εμφάνισης υψηλών τιμών σε εξετάσεις που αφορούν στο ήπαρ (τρανσαμινάσες και χολερυθρίνης) όπως και για τη χρήση μαζί με άλλα φάρμακα που είναι αναστολείς ή επαγωγείς ενός ενζύμου του ήπατος που ονομάζεται Cytochrome P450 3A4 (CYP3A) αλλά και τον κίνδυνο καταρράκτη. Οι ασθενείς και οι φροντιστές τους θα πρέπει να συζητήσουν σε κάθε περίπτωση με τους ιατρούς τους σχετικά με αυτούς τους κινδύνους πριν από την έναρξη της θεραπείας.
Οι ασθενείς με κυστική ίνωση επίσης θα πρέπει να έρθουν σε επαφή με τους γιατρούς τους προκειμένου να καθοριστεί η μετάλλαξη του γονιδίου που έχουν. Επισημαίνεται ότι, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου σε ασθενείς κάτω των 12 ετών δεν έχει πιστοποιηθεί ακόμα.
Ο Αμερικανικός Οργανισμός φαρμάκου ενέκρινε το φάρμακο αυτό ακολουθώντας τη διαδικασία γρήγορης πιστοποίησης για φάρμακα με καινοτόμα χαρακτηριστικά χωρίς όμως να επηρεάζονται τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μελέτης. Το φάρμακο κατατάχθηκε επίσης στην κατηγορία των «ορφανών φαρμάκων» γεγονός το οποίο παρέχει κίνητρα για την έρευνα και ανάπτυξη φαρμάκων για σπάνιες παθήσεις. Εξαιτίας του σημαντικού οφέλους των ινοκυστικών ασθενών από τη χρήση αυτού του φαρμάκου, ο FDA διεκπεραίωσε τη διαδικασία αξιολόγησης και έγκρισης σε μόλις τρεις μήνες, πολύ νωρίτερα από τον αρχικό στόχο, ο οποίος έληγε την 19η Μαρτίου του 2020.